Ο μύθος των καλικαντζάρων - Γιώργος Λάμπρου (Γ3)



    Οι καλικάντζαροι είναι ένας πολύ αρχαίος Ελληνικός μύθος ο οποίος προέρχεται από του αρχαίους Ελληνικούς μύθους των σατίρων και του Πάνα. Σύμφωνα με τους μύθους οι καλικάντζαροι ήταν άνθρωποι με κακιά μοίρα μεταβαλλόμενοι σε δαιμόνια, γίνονται δε καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο εκτός και αν βαπτιστούν αμέσως, ή εκείνοι στους οποίους ο ιερέας δεν ανέγνωσε σωστά τις ευχές του βαπτίσματος, τα τερατώδη βρέφη, ή κατά τους Σιφναίους όσοι πέθαναν στο Δωδεκαήμερο ή αυτοκτόνησαν, ή στην Μακεδονία όσοι δεν έχουν ισχυρό Άγγελο για να τους προστατεύει από τον Σατανά.
    Οι καλικάντζαροι ζουν στο κέντρο της γης και προσπαθούν να πριονίσουν το δέντρο που την στηρίζει. Την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στην επιφάνεια επειδή φοβούνται ότι το ετοιμόρροπο δέντρο θα τους πλακώσει. Μετά τον αγιασμό των υδάτων επιστρέφουν στον κάτω κόσμο και βρίσκουν το δέντρο ακέραιο και αρχίζουν να το πριονίζουν από την αρχή. Το δέντρο των Χριστουγέννων συμβολίζει αυτή ακριβώς την ακεραιότητα και τη Θεϊκή δύναμη και προστασία με την παρουσία του Χριστού.

    Κατά τη διαμονή τους στην επιφάνεια οι καλικάντζαροι τυραννούν τους ανθρώπους. Τρέχουν στους δρόμους, ανεβαίνουν στο Κάστρο, δηλαδή στην Ακρόπολη, κι από εκεί βρίσκονται στα κεραμίδια των Αθηναίων. Θεονήστικοι και λιχουδιάρηδες, όπως χαρακτηρίζονται , μπαίνουν από τις καπνοδόχους στα τζάκια. Κυνηγούν τις Αθηναίες γριές, καταλαμβάνουν  τις σπηλιές γύρω από τους λόφους, καβγαδίζουν ατέλειωτα, μεταμορφώνονται σε νεροφίδες και γάτους, παραφυλούν τις λεχώνες, αλλά και τις όμορφες Αθηναίες.

     Για να τους ξορκίσουν οι νοικοκυρές χρησιμοποιούσαν διάφορες μεθόδους. Καλούσαν τις Τσιγγάνες από τα Γύφτικα, τη γειτονιά τους, που ήταν στην ανατολική πλευρά της Ακρόπολης. Οι γύφτισσες άπλωναν ξερά κουκιά και τσόφλια από αβγά πάνω στο τζάκι. Τα έβλεπαν οι καλικάντζαροι και ξεγελιόντουσαν ότι στο σπίτι που είχαν μπει ήταν φτωχό. Έτσι, αηδίαζαν και έφευγαν. Μερικοί ζύμωναν αρμυροκούλουρα και τα κρεμούσαν γύρω από το τζάκι για να τα δηλητηριάσουν.  Λέει μάλιστα η παράδοση πως τέτοιες ημέρες μια γριά έψηνε κουταλίτες, όταν άκουσε από το τζάκι μια φωνή να της μια ζητάει μια κουταλίτα. Σήκωσε το κεφάλι της και  είδε έναν καλικάντζαρο, αλλά στάθηκε ψύχραιμη. «Κατέβα λίγο πιο κάτω», του είπε. Αυτός κατέβηκε και ξαναζήτησε κουταλίτα. «Μα δε σε φτάνω να στη δώσω», του απάντησε η γριά. Κι όταν ήρθε πλέον στο πλάι της τον ζεμάτισε με το λάδι του τηγανιού. Μόλις όρμησε να την πνίξει, του έδειξε τον σταυρό πάνω από την πόρτα, που κάθε Ανάσταση τον σχημάτιζαν με τον καπνό του κεριού που έφερνε το άγιο φως στο σπίτι. Έτσι έφυγε από το σπίτι ο καλικάντζαρος.








Επισκεφθείτε τον Μετεωρολογικό Σταθμό των Αρσακείων - Τοσιτσείων Σχολείων στο meteo.gr :



Quiz