Αλέξης Γρηγορόπουλος (6/12/08), της Ιωάννας Γεωργίου

Σαν σήμερα πριν από πέντε χρόνια δολοφονήθηκε ο Αλέξης Γρηγορόπουλος. Ο Αλέξης όπως οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε πέθανε εντελώς αναίτια στα Εξάρχεια από το όπλο ενός αστυνομικού στις 6-12-08. Γράφει μια δημοσιογράφος σε ένα άρθρο το 2008: «Αν έχεις μεγαλώσει στα βόρεια προάστια, η ζωή του Αλέξη Γρηγορόπουλου σού μοιάζει με στερεότυπο αναγνωρίσιμο. Μητέρα κοσμηματοπώλης, πατέρας πολιτικός μηχανικός, ένα διαμέρισμα στο Ψυχικό με πισίνα, το σχολικό να σε γυρίζει σπίτι κι ο καθηγητής για τα ιδιαίτερα μαθήματα να σε περιμένει εκεί. Είναι κάπου στα 14 που το στερεότυπο αρχίζει να σε στενεύει. «Δεν ήταν καθόλου φλωράκι Ψυχικού», είναι το πρώτο που λέει η Άννα, η συμμαθήτριά του. Που θα πει, δεν ήθελε πια να είναι. Οι κολλητοί του τον φώναζαν Gregory, φορούσε φόρμες και αθλητικά, είχε μαλλιά ανάκατα με λαστιχάκι στον καρπό για να τα πιάνει όταν έπαιζε στο γκρουπάκι του κιθάρα. Ο φίλος του που μου μιλάει προσπαθεί να θυμηθεί. «Αν ήσουν μαζί του σε συναυλία», λέει, «θα σε ρώταγε αν εκείνος θα το έπαιζε καλύτερα το κομμάτι. Αν ήσουν σε Ίντερνετ καφέ, θα σε ρώταγε πώς να κερδίσει στο παιχνίδι». Ο μικρός κάνει παύση. «Μόνο αν ήταν τώρα εδώ, δεν ξέρω τι θα ρώταγε…». Απ’ τον τρόπο που τονίζει το «τώρα», δεν γίνεται να μην καταλάβεις τι σκέφτεται. Ρωτάω κάτι, ίσα για να τον επαναφέρω. «Ποιο ήταν το αγαπημένο του τραγούδι;». Το παιδί κομπιάζει. Μες στο παράλογο σύμπαν που ξημέρωσε απ’ το Σάββατο το πρωί, φοβάται πως αν ονομάσει μια απ’ τις ροκ μπαλάντες που τραγουδούσε με την κιθάρα ο Αλέξης, θα είναι σαν να τον λέει «αναρχικό» ή «ταραξία» ή ποιος ξέρει τι άλλο. Ξαφνικά το να ζεις την εφηβεία έγινε ύποπτο.»
Ο Αλέξης δεν είχε λόγο να πεθάνει, ο αστυνομικός δεν είχε λόγο να τον σκοτώσει. Εκτός κι αν υπάρχει ένας και μόνο λόγος να σκοτώνουμε δεκαπέντε χρονών παιδιά και είκοσι και τριάντα, δεν έχει σημασία ρε και αυτά παιδιά είναι, παιδιά κι ο φίλος του ο Νίκος παιδί ήταν αλλά έζησε όλο αυτό που έζησε. Είδε μπροστά του να σκοτώνουν το φίλο του οι και καλά προστάτες μας, οι αστυνόμοι…  Ο Νίκος αγριεύει και φωνάζει στους δημοσιογράφους όταν τον παίρνουν τηλέφωνο. Δεκαπέντε χρονών, κοντούλης κι αδύνατος. Ένας απ’ τους δημοσιογράφους λέει πως τον τρομάζει αυτό το παιδί – δεν έχει ξαναδεί μάτια εφήβου έτσι θολά απ’ την οργή. Ο Νίκος δεν μιλάει σε κανέναν. Τα κανάλια τον έπιασαν μόνο στα πλάνα της κηδείας: ένα παιδί που κρατάει το φέρετρο. Που κρατιέται απ’ το φέρετρο. Κοιτάζω τη γυναίκα που οδηγεί στην πομπή. «Γιατί, αγόρι μου;». Η εικόνα είναι μακρινή, δεν έχει ήχο. Αλλά η γυναίκα το φωνάζει τόσες φορές, που διαβάζω τα χείλη της. «Γιατί, αγόρι μου;». 

Εντάξει… Νομίζω τα λόγια είναι περιττά. Ο καθένας μπορεί να περιγράψει καλύτερα από εμένα για το πώς και τι νιώθει. Κι αν με ρωτάν στο δρόμο αν το ξεπέρασα θα πω κανείς ποτέ δεν θα το ξεπεράσει, ειδικά αν επαναλαμβάνονται τα γεγονότα αυτά τόσο συχνά. ΔΕΝ θα σε ξεχάσουμε ποτέ μεγάλε, κανείς, ποτέ και τίποτα…








Επισκεφθείτε τον Μετεωρολογικό Σταθμό των Αρσακείων - Τοσιτσείων Σχολείων στο meteo.gr :



Quiz